as

as

Tuesday, November 23, 2021

ΟΤΑΝ Η ΤΕΧΝΗ ΠΡΟΕΙΔΟΠΟΙΕΙ


Την ώρα που η ανθρωπότητα βαδίζει ολοταχώς προς ολοκληρωτικά μονοπάτια, η Τέχνη οφείλει να πάρει θέση και να πει τα πράγματα με το όνομά τους. Το κάνει εδώ και αιώνες, πρέπει να το κάνει και σήμερα. Οι δημιουργοί ζωγραφιών και εικόνων, ήχων και μουσικής, προφορικού και γραπτού λόγου, τηλεοπτικών σειρών και ταινιών, δεν θα έχουν καμία δικαιολογία αν επιλέξουν να σωπάσουν.

Ήταν το μακρινό 1948 όταν ο Όργουελ έγραφε το ανατριχιαστικά προφητικό βιβλίο «1984» και περιέγραφε τη μία και μοναδική αλήθεια, που εκφράζει κατά αποκλειστικότητα το Κόμμα. 73 χρόνια πριν, βρέθηκε κάποιος συνάνθρωπος μας να γράψει για τον ολοκληρωτικό κόσμο του Μεγάλου Αδελφού και να μας προειδοποιήσει δημόσια: «Όποιος ελέγχει το παρελθόν ελέγχει το μέλλον και όποιος ελέγχει το παρόν ελέγχει το παρελθόν».

Σήμερα, όλο και περισσότεροι ξοδεύουν τα χρόνια τους στον πλανήτη Γη σε μία ζωή που θυμίζει εφιαλτικά τον Γουίνστον Σμιθ, τον ήρωα του Όργουελ, στον πλήρως ελεγχόμενο κόσμο της Ωκεανίας. Μιας χώρας που βρίσκεται κάτω από ένα απολυταρχικό καθεστώς. Ενός τόπου που θεωρεί δεδομένο ότι όλοι οι κάτοικοι πρέπει να βρίσκονται υπό συνεχή παρακολούθηση. Εκεί που το έγκλημα της σκέψης είναι θανάσιμο αμάρτημα και πρέπει να εξαλειφθεί κάθε σπίθα που οδηγεί στη διάπραξή του: Ελευθερία, γλώσσα, ανθρώπινα αισθήματα. Αν οι άνθρωποι επέλεγαν τη λογική θα είχαν ξεμπερδέψει εδώ και δεκαετίες με τα θρησκευτικά παραμύθια και θα αναζητούσαν μανιωδώς πληροφορίες για τα άτομα που είδαν μπροστά από την εποχή τους και κατάφεραν να αποτυπώσουν σε λέξεις το σήμερα. Έχουμε κάθε λόγο να το κάνουμε.

Άλλωστε, η δυστοπία του Όργουελ έχει πάψει να είναι προϊόν επιστημονικής φαντασίας προ πολλού. Η ηλεκτρονική παρακολούθηση των πολιτών από τις κάμερες, οι υπερεξουσίες που κατέχουν οι αστυνομίες, οι αδυσώπητοι νόμοι που προστατεύουν τους ισχυρούς, η παντοδυναμία των τραπεζών και οι μεγάλες εταιρίες που ελέγχουν καθημερινά τους ανθρώπους μέσων υπηρεσιών ή προϊόντων είναι δεδομένα εδώ και χρόνια, και όχι ζοφερά στοιχεία κάποιου αόριστου μέλλοντος. Στον κόσμο της δυστοπίας, οι άνθρωποι είναι δυστυχισμένοι και φοβισμένοι, όπως ακριβώς είναι σήμερα η συντριπτική πλειοψηφία των κατοίκων του πλανήτη. Η δυστοπία έχει, δικαίως, μία αρνητική έννοια και πρόκειται για το αντίθετο της ουτοπίας. Αν η ουτοπία πρεσβεύει το φαντασιακό της ιδανικής κοινωνίας, η δυστοπία είναι η ενσάρκωση μιας τρομακτικής και δυσάρεστης κοινωνίας .

Το 1953, εκδόθηκε το βιβλίο «Fahrenheit 451» του Ρέι Μπράντμπερι. Μιλάει για μια δυστοπική εποχή στο μέλλον όπου τα βιβλία είναι απαγορευμένα. Ειδικές ομάδες μπαίνουν στα σπίτια που έχουν βιβλιοθήκες, ύστερα από καταγγελίες γειτόνων, και καίνε τα βιβλία. Στόχος είναι να εξαλειφθεί η σκέψη, η αμφισβήτηση και ο προβληματισμός που μπορούν να προκληθούν από την ανάγνωσή τους. Το βιβλίο περιγράφει μια χρονική περίοδο που βασιλεύει η λογοκρισία και δεν θεωρεί τα βιβλία σαν κάτι χρήσιμο γιατί κάνουν τους ανθρώπους να σκέφτονται. Στην εποχή μας, τα βιβλία δεν απαγορεύονται, αλλά είναι κάτι περιττό που, για τους πολλούς, δεν έχει λόγο ύπαρξης. Σήμερα ο κόσμος δυσκολεύεται να διαβάσει κάτι περισσότερο από τον τίτλο ενός άρθρου και είμαι βέβαιος ότι στο άμεσο μέλλον η κατάσταση θα χειροτερέψει.

Εκεί που η σημερινή λογοτεχνία φαίνεται να υστερεί, έρχεται το σινεμά για να κρούσει τον κώδωνα του κινδύνου. Στο στόχαστρό της έβδομης Τέχνης μπαίνει επίμονα και χωρίς ίχνος φόβου ο ψηφιακός ολοκληρωτισμός, οι διακρίσεις και οι ακραίες οικονομικές αντιθέσεις που μαστίζουν την ανθρωπότητα. Τα βαθύτατα ταξικά «Παράσιτα» (2019) του Κορεάτη Πονγκ Τσουν-χο σκιαγραφούν τον αδυσώπητο κόσμο που έχει φτιάξει ο καπιταλισμός στις μέρες μας. Το «Snowpiercer» (2013) του ίδιου σκηνοθέτη επιδιώκει να περιγράψει με τα βαγόνια ενός τρένου το αγεφύρωτο χάσμα των αντιθέσεων και τις ανισότητες που όλο και αυξάνονται. Το «Squid Game» (2021) που έγραψε και σκηνοθέτησε ο, επίσης Κορεάτης, Χουάνγκ Τόνγκ-χιουκ παρουσιάζει με ακραίο τρόπο που μπορεί να φτάσει ο άνθρωπος για να μπορέσει απλά να επιβιώσει. Είναι η κινηματογραφική έκφραση του ρητού «Ο θάνατός σου, η ζωή μου».

Οι Κορεάτες δεν είναι οι μόνοι που νιώθουν την εσωτερική ανάγκη να εκφράσουν καλλιτεχνικά τις ανησυχίες τους για αυτά που ζούμε και τα χειρότερα που θα έρθουν. Μέχρι και στις ΗΠΑ, το «Joker» (2019) του Τοντ Φίλιπς ερμηνεύτηκε από αρκετούς σαν ένα έργο που δικαιολογεί τη βία ενάντια στο σύστημα και τις πολιτικές του. Στην πραγματικότητα, οι αντιδράσεις δεν έχουν να κάνουν με το πώς παρουσιάζεται μια ιστορία που διαδραματίζεται το 1981, αλλά με τους φόβους των ισχυρών να σημειωθούν εξεγέρσεις στον πραγματικό κόσμο. Στην «Πλατφόρμα» (2019) του Ισπανού Γκάλντερ Γκαστέλου-Ουρούτια, μία πλατφόρμα με φαγητό κατεβαίνει σε μία κλειστή φυλακή. Οι τυχεροί που μένουν στους πάνω ορόφους τρώνε καλά. Όσοι όμως μένουν στα κάτω πατώματα ψάχνουν για κάνα ψίχουλο και μένουν νηστικοί και εξαθλιωμένοι.

Η Τέχνη δεν πρέπει να μασάει τα λόγια της γιατί είναι ελεύθερη από τη φύση της. Οι ανισότητες, οι διακρίσεις και η αρρωστημένη νοοτροπία των ισχυρών που νοιάζονται μόνο για τον εαυτό τους δεν γίνεται να περάσουν απαρατήρητα. Το ίδιο συμβαίνει και με τη στρεβλή δομή του συστήματος που φτιάχνει ατομικότητες, προάγει την έλλειψη αλληλεγγύης και καλλιεργεί συστηματικά ανθρώπους με μηδενική κατανόηση για τους συνανθρώπους τους. Και το πιο ανησυχητικό όλων; Οι πάντες ξέρουν ότι μπορούν εύκολα να βρεθούν από το στρατόπεδο των από πάνω σε αυτό των από τα κάτω…

ΥΓ: Οι εύκολες επικοινωνιακές λύσεις από τα πληρωμένα ΜΜΕ έχουν τελειώσει για την ελληνική κυβέρνηση. Με 1487 νεκρούς από κορονοϊό μέσα στο Νοέμβριο, ενώ υπολείπονται 8 μέρες για να κλείσει ο μήνας, 70-100 νεκρούς καθημερινά και 600+ σε ΜΕΘ, υπάρχουν μόνο 2 επιλογές διαθέσιμες. Και οι δύο είναι κάκιστες. Η μία επιλογή είναι το lockdown (ομολογία αποτυχίας) για να ανασάνει το ΕΣΥ αλλά θα έχει καταστροφικές συνέπειες στην οικονομία και όχι μόνο. Η δεύτερη επιλογή είναι να μην πάρει κανένα επιπλέον μέτρο και να πεθάνουν στην Ελλάδα, που έχει 10,4 εκατομμύρια πληθυσμό, μερικές χιλιάδες άνθρωποι εντός και εκτός ΜΕΘ μέχρι τις γιορτές.

No comments:

Post a Comment