as

as

Friday, March 15, 2019

ΒΟΛΤΑΡΟΝΤΑΣ ΣΤΗ ΛΑΤΙΝΙΚΗ ΑΜΕΡΙΚΗ (μέρος 1)



Μερικά πράγματα στη ζωή θέλεις να τα κάνεις χωρίς να ξέρεις το γιατί. Μιλάω για αυτά που συνεχίζεις να θέλεις να κάνεις και μετά την παιδική και εφηβική ηλικία, όχι για αυτά που ξεχνάς όταν μεγαλώνεις, ή για αυτά που έκανες ήδη και δεν σου είπαν κάτι ιδιαίτερο, ή για αυτά που απομυθοποίησες νωρίς. Προσωπικά, η επίσκεψη στη Λατινική Αμερική ήταν ένα από αυτά που ήθελα να κάνω από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου και ήξερα ότι κάποτε θα γινόταν.

Ένα μεγάλο ταξίδι χρειάζεται απαραίτητα ένα συνδυασμό δεδομένων: Να έχεις χρόνο, να έχεις λεφτά και να έχεις διάθεση. Πρώτα από όλα είναι ο χρόνος. Ο χρόνος παραμένει το πιο πολύτιμο πράγμα στη ζωή μας και για να απολαύσεις μία ποιοτική κατάσταση πρέπει να έχεις χρόνο και να τον ξοδεύεις σιγά σιγά. Μετά, καλώς ή κακώς, είναι τα λεφτά. Για μεγάλες αποστάσεις, τύπου Λατινικής Αμερικής, δεν υπάρχουν οι low cost εταιρίες, επομένως ένα εισιτήριο με επιστροφή θέλει τουλάχιστον 750-800 ευρώ και χρειάζεται και ένα σχετικά μεγάλο ποσό για όσο καιρό θα είσαι εκεί. Τρίτο, και εξίσου βασικό, είναι η διάθεση. Διάθεση να δεις κάτι διαφορετικό, να ακούσεις κάτι διαφορετικό και να ζήσεις κάπως διαφορετικά. Αν, για παράδειγμα, συγκρίνεις κάθε φαγητό που δοκιμάζεις με τα αξεπέραστα γεμιστά της μαμάς και κάθε μέρος που πηγαίνεις με την ατμόσφαιρα του καφενείου που συχνάζεις, τότε αγαπητέ φίλε αναγνώστη δεν είσαι για ταξίδι. Κάτσε σπίτι και περίμενε για την κατάλληλη στιγμή.

Τα παραπάνω ισχύουν αν θέλεις να πας μόνος σου. Αν δεν θέλεις να πας μόνος σου, πρέπει να βρεις και την κατάλληλη παρέα. Δηλαδή άτομο/άτομα που έχουν ταξιδέψει στη ζωή τους, δεν γκρινιάζουν για τα πάντα, δεν συγκρίνουν το καθετί με τον υπέροχο εαυτό τους, είναι πρόθυμα για νέες εμπειρίες και ξέρουν ότι θα έρθει και μία στιγμή που κάτι θα πάει στραβά. Προσοχή! Η παρέα μπορεί να απογειώσει ή να καταστρέψει ένα ταξίδι. Όταν συνδυάστηκαν όλα αυτά τα ζητούμενα μαζί και βρέθηκε και η παρέα, τότε ξεκίνησε η βόλτα για το Buenos Aires με μία στάση μιας νύχτας στην Κωνσταντινούπολη και μίας ώρας στο Sao Paolo. Η άφιξη στην πρωτεύουσα της Αργεντινής γίνεται στο διεθνές αεροδρόμιο Ezeiza Airport, το μεγαλύτερο από τα τρία (3) που διαθέτει η πόλη. Στα μέσα του Φλεβάρη, η θερμοκρασία έδειχνε 36 βαθμούς και εγώ που ήρθα από τους 6 βαθμούς ήμουν έτοιμος για λιποθυμία! Το αεροδρόμιο είναι περίπου 22 χλμ έξω από την πόλη και ο Francisco, ένας φίλος που είχα γνωρίσει στο Generator hostel του Λονδίνου το 2011, μας πήγε κατευθείαν στο δωμάτιο που είχαμε κλείσει για ύπνο.

Η πόλη είναι περίπου 4-5 εκ αλλά μαζί με τα περίχωρα φτάνει τα 13 εκ. Καταλαβαίνεις από την αρχή ότι η πόλη έχει ένα γοητευτικό στυλ και δεν την αποκαλούν τυχαία "Παρίσι του Νότου". Κάθε μία από τις 48 συνοικίες-barrios έχει μέρη που αξίζει να πας, ή κόσμο που αξίζει να γνωρίσεις ή και τα δύο μαζί. Οι τουρίστες κινούνται στο Microcentro για να τσεκάρουν τον Οβελίσκο, τους πεζόδρομους και το Teatro Colon. Πήγαμε και εμείς για μια πολύ σύντομη πρωινή βόλτα και συνεχίσαμε με μπύρες και λίγο φαγητό στην περιοχή που μέναμε, τη Recoleta. Η Recoleta είναι μια περιοχή που έχει τα πάντα. Πάρκα για ατελείωτο πέσιμο, τακτική συγκοινωνία που σε συνδέει με την υπόλοιπη πόλη, μαγαζιά για καφέ, φαγητό και ποτό, βιβλιοθήκες και συμπαθητικό κόσμο. Και πανέμορφο κόσμο... Επίσης, έχει και ένα νεκροταφείο που θάβανε πλούσιους το 19ο αιώνα και δίπλα ακριβώς έχει ένα μεγάλο πάρκο και αναψυκτήρια με φτηνές τιμές. Τα βράδια γίνεται πανικός από κόσμο εκεί. Τώρα που ανέφερα τιμές, να πω ότι η αναλογία ευρώ και αργεντίνικου πέσο ήταν 1 ευρώ = 43,60 πέσο. 

Η Αργεντινή έχει μια οικονομία στενά συνδεδεμένη με το δολάριο. Το ΔΝΤ είναι ξανά εκεί και έρχονται μνήμες στους ντόπιους από το εφιαλτικό 2001. Σχεδόν όλοι ανησυχούν για το αύριο και η οικονομική αβεβαιότητα είναι παντού, χωρίς όμως να κλείνονται στα σπίτια τους. Μπορείς να δεις κόσμο ακόμα και στο πιο άθλιο πάρκο να μιλάει με άγνωστους και να ψάχνει μικρές δόσεις κοινωνικοποίησης για να ξορκίσει την καθημερινή τρέλα. Αργεντινή χωρίς ποδόσφαιρο γίνεται; Δεν γίνεται. Ο προνοητικός Νίκος είχε κανονίσει για εισιτήρια με ένα ντόπιο αφού την περίοδο που ήμασταν εκεί έτυχε να παίζει η Boca στο La Bombonera. Δεν έχω κάποια συμπάθεια σε συγκεκριμένη ομάδα της Αργεντινής, θα πήγαινα σε κάθε γήπεδο μόνο και μόνο για να ζήσω την εμπειρία της φανταστικής αργεντινικης κερκίδας. Όλοι οι δρόμοι που οδηγούν στο γήπεδο είναι γεμάτοι με γκράφιτι του Μαραντόνα, του Ρικέλμε και του Παλέρμο. Περασμένα μεγαλεία όμως... Το επίπεδο δεν είναι τόσο υψηλό πλέον γιατί οι καλοί παίκτες μέχρι τα 18-19 παίζουν ήδη στην Ευρώπη. Τελικό αποτέλεσμα, Μπόκα Τζούνιορς - Ατλέτικο Τουκουμάν 1-2.



Το επόμενο διάστημα στο ΒΑ είχε βόλτες στη γειτονιά που μέναμε, κοντά στη στάση Pueyrredon του Μετρό και την Avenida Santa Fe, και επίσκεψη στη φτωχογειτονιά La Boca που τα πρωινά σφύζει από τουρίστες γιατί προωθεί το Ντιέγκο και το ταγκό, αυτό τον ιδιαίτερο χορό που αποτελεί τη συνεισφορά της Αργεντινής στον παγκόσμιο πολιτισμό, μαζί με τους καλλιτέχνες της μπάλας που αφθονούν στη χώρα των πάμπας. Το ταγκό γεννήθηκε κάπου στα τέλη του 19ου αιώνα στις λαϊκές γειτονιές του Μπουένος Άιρες, κάτω στο λιμάνι της πόλης με τα μπαρ και τα μπουρδέλα, εκεί που εδρεύει η Μπόκα Τζούνιορς. Στην περιοχή αυτή κατοικούσαν νταβατζήδες, πόρνες, εργάτες και μετανάστες από την Αργεντινή και την Ευρώπη. Ο Αργεντινός συγγραφέας Ερνέστο Σάμπατο θεωρεί ότι το ταγκό είναι προϊόν επιμειξίας μουσικών και χορών που έφεραν οι μετανάστες από τις πατρίδες τους με έντονο το ερωτικό στοιχείο. Είναι το τραγούδι - πόθος του μοναχικού άνδρα, του "porteno" (έτσι λέγονται οι κάτοικοι του ΒΑ) που εκφράζει την επιθυμία του για μια γυναίκα: «Στη ζωή μου είχα γκόμενες και γκόμενες, μα ποτέ μου μια γυναίκα» λέει χαρακτηριστικά το δίστιχο ενός τραγουδιού...



Το βράδυ είχε φαγητό στην περιοχή του Palermo. Μετά από αρκετά μακαρόνια και κάποιες πίτσες, έπρεπε να δοκιμάσουμε και το περιβόητο Bife de Chorizo, δηλαδή την αργεντίνικη μπριζόλα. Ο Francisko και η Gabriella είχαν κανονίσει τα πάντα, στην παρέα μας ήρθαν πιο μετά ένας Martin και άλλη μία Gabriella και συνεχίσαμε με μπύρες και άλλα προϊόντα. Το επόμενο πρωί μετά από χαλαρό καφέ πήγαμε στο σπίτι των φίλων με τα πράγματα μας. Μετά από ένα υπέροχο παγωτό πήγαμε με UBER στο σταθμό Retiro για να πάρουμε λεωφορείο για την πόλη Mendoza και από εκεί να περάσουμε τα σύνορα για το Santiago της Χιλής. Συμπέρασμα; 3-4 μέρες είναι ελάχιστες για μια πόλη με ιστορία, πολιτισμό, επιλογές και καλούς φίλους. Χρειάζεται τουλάχιστον μία εβδομάδα και ίσως και παραπάνω. Η παρηγοριά στους άρρωστους, δηλαδή εμένα και το Νίκο, ήταν ότι σε 20 μέρες θα επιστρέφαμε στο ΒΑ για λίγες ώρες ακόμα...



ΥΓ: Οι φωτογραφίες είναι του Νίκου Σιούτη.

ΥΓ2: Στο επόμενο κείμενο, η βόλτα στη Χιλή.

   







        

No comments:

Post a Comment